~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
......Διαδικτυακή περιοδική έκδοση για τον Άνθρωπο * ..με ειδήσεις * άρθρα * ...επιμέλεια: Πάνος Σ. Αϊβαλής, δημοσιογράφος * ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

!!

............................................"Η συμφιλίωση των πολιτισμών περνά μέσα από την οικουμενικότητα της Παιδείας"

No news good news.....

~

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

....................... "Η εξουσία χαρίζει τα αγαθά της μόνο σε όσους επιθυμούν να την υπηρετήσουν". Μιχ. Σπέγγος

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Δευτέρα 8 Οκτωβρίου 2018

Ιωάννης - Ιάκωβος Μάγερ (1798 – 1826), Ελβετός φιλέλληνας, από τους πρωτεργάτες της ελληνικής δημοσιογραφίας

   ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ   


Ελβετός φιλέλληνας, από τους πρωτεργάτες της ελληνικής δημοσιογραφίας


Ο Ιωάννης - Ιάκωβος Μάγερ (Johann Jacob Meyer) γεννήθηκε στη Ζυρίχη στις 30 Δεκεμβρίου 1798. Ο πατέρας του, Γιόχαν Μάγερ, ήταν γιατρός και το περιβάλλον του μεγαλοαστικό. Σπούδασε φαρμακευτική και στη συνέχεια ξεκίνησε σπουδές ιατρικής, τις οποίες δεν ολοκλήρωσε, καθώς αποβλήθηκε από το Πανεπιστήμιο του Φράιμπουργκ, λόγω χρεών. Το 1817 παντρεύτηκε τη Σαλώμη Στάουμπ, αλλά ένα χρόνο αργότερα το ζευγάρι χώρισε.
Πνεύμα ανήσυχο, φιλελεύθερο και ολίγο τυχοδιωκτικό, δεν δίστασε να συστηθεί ως Δρ Μάγερ ενώπιον της φιλελληνικής επιτροπής της Βέρνης και να ζητήσει να κατέβει στην Ελλάδα για να βοηθήσει την περίθαλψη των αγωνιζομένων Ελλήνων. Πράγματι, με έξοδα της επιτροπής ήλθε στην Ελλάδα τους πρώτους μήνες της επανάστασης και στις 20 Φεβρουαρίου του 1822 πήρε μέρος στη Ναυμαχία της Πάτρας υπό τις διαταγές του Ανδρέα Μιαούλη.
Στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στο Μεσολόγγι. Ασπάστηκε την Ορθοδοξία και ήλθε σε δεύτερο γάμο με την ωραία μεσολογγίτισσα Αλτάνα Ιγγλέζου, με την οποία απέκτησε δύο παιδιά. Με διευθυντή τον Γερμανό γιατρό Γιόχαν Έλστερ άνοιξε μικρό νοσοκομείο, στο οποίο νοσηλεύονταν οι τραυματίες του πολέμου. Η πλήρης ενσωμάτωσή του στο ελληνικό περιβάλλον εκτιμήθηκε ιδιαίτερα από τους προεστούς του Μεσολογγίου και γρήγορα έγινε ένας από τους ευυπόληπτους πολίτες της πόλης.
Την Πρωτοχρονιά του 1824 εξέδωσε την εφημερίδα Ελληνικά Χρονικά, με την υποστήριξη του Λόρδου Βύρωνα, τον οποίον δεν συμπαθούσε ιδιαίτερα, καθώς τον θεωρούσε έναν αριστοκράτη δανδή, που δεν πρόσφερε τα αναμενόμενα στην Επανάσταση. Η αντιπάθεια ήταν αμοιβαία. Ο λόρδος Βύρων πίστευε ότι τα φλογερά φιλελεύθερα και αντιμοναρχικά άρθρα του Μάγερ, που διαβάζονταν και στο εξωτερικό, δεν έκαναν καλό στην ελληνική υπόθεση, καθώς εξαρτούσε πολλά για την ανεξαρτησία της από τις μοναρχίες της Ευρώπης. Για τον Μάγερ η ελευθερία του Τύπου ήταν αδιαπραγμάτευτη και δεν δίσταζε να ασκεί κριτική ακόμη και στους πολιτικούς που υποστήριζε.
Ο Μάγερ ήταν ενταγμένος στην πολιτική μερίδα του αγγλόφιλου Γεωργίου Κουντουριώτη (1782-1858) και ήταν υποστηρικτής του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου (1791-1865), στην εμφύλια διαμάχη τους αρχικά με τους στρατιωτικούς και στη συνέχεια με τους Πελοποννήσιους. Τον Αύγουστο του 1824 διορίσθηκε μέλος της διευθύνουσας επιτροπής του Μεσολογγίου, στη θέση του αποθανόντος Ιωάννη Τρικούπη (1750-1824) και διακρίθηκε για τις διοικητικές του ικανότητες κατά την πολιορκία της πόλης από τους Τουρκοαιγύπτιους.
Ο Ιωάννης - Ιάκωβος Μάγερ σκοτώθηκε μαζί με την οικογένειά του και την υπηρέτριά του Σάννα, κατά τη διάρκεια της Εξόδου του Μεσολογγίου, στις 11 Απριλίου 1826. Μαζί του έφερε το σπουδαίο ημερολόγιο, στο οποίο κατέγραφε τα γεγονότα του Μεσολογγίου μετά την διακοπή της έκδοσης των «Ελληνικών Χρονικών» στις 20 Φεβρουαρίου 1824 και το οποίο χάθηκε. Το μνημείο του βρίσκεται στον Κήπο των Ηρώων του Μεσολογγίου.
Ο Μεσολογγίτης ποιητής και ακαδημαϊκός Γεώργιος Δροσίνης, προλογίζοντας την έκδοση του «Ημερολογίου της Πολιορκίας του Μεσολογγίου 1825-1826», εκ των «Ελληνικών Χρονικών του Μάγερ» έγραψε χαρακτηριστικά για τον Ελβετό φιλέλληνα:
Ευλογημένη ας είναι η Σαλώμη Μάγερ, το γένος Στάουμπ, η οποία εζήτησε την διάζευξιν της από τον Μάγερ, και τρισευλογημένος ο πρύτανις του Πανεπιστημίου του Φρειβούργου, ο οποίος τον απέβαλεν. Αν δεν συνέβαιναν τα δύο αυτά, η Ελβετία θα είχεν έναν περισσότερον αγαθόν οικογενειάρχην και ένα περισσότερον ιατρόν ή φαρμακοποιόν, αλλά το Μεσολόγγι θα εστερείτο τον Πολύβιον της πολιορκίας του και το αίμα ενός απογόνου του Γουλιέλμου Τέλλου - κατά την δική του έκφρασιν δεν θα ανεμιγνύετο με το αίμα των ηρώων της Ελλάδος.

____________

Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2018

Βιβή Κουρή: Οι «Κερκυραίοι ευγενείς», το Συμβούλιο της Κέρκυρας και το Libro d’oro

 Dionisis Vitsos 
ΖΑΚΥΝΘΟΣ


Πορτόνι


Βιβή Κουρή:
Οι «Κερκυραίοι ευγενείς», το Συμβούλιο της Κέρκυρας και το Libro d’oro
Την αφορμή για το σημερινό κείμενο την έδωσε ένα τυχαίο γεγονός. Παραμονές της 21ης Μαΐου με μια παρέα παλιών και νέων φίλων, μεταξύ των οποίων και δύο μη Κερκυραίοι, στο σημαιοστολισμένο Λιστόν, ήρθε η συζήτηση στην προέλευση της ονομασίας του. Όταν λοιπόν ένας από την παρέα αναφέρθηκε, με μεγάλη μου χαρά, στην πληροφορία που είχε ακούσει πρόσφατα από ξεναγό ότι η ονομασία είναι λέξη βενετσιάνικης προέλευσης και σημαίνει τον κεντρικό χώρο για περίπατο, παρενέβη ο διερχόμενος σερβιτόρος και, επιπλήττοντάς τον για την άγνοιά του, υποστήριξε ένα από τα χιλιοειπωμένα προσφιλή τοπικά μας στερεότυπα, πως η ονομασία οφείλεται στην περιβόητη «λίστα», δηλαδή τη «Χρυσή Βίβλο», αλλιώς «Libro d’oro», και πως μόνο όσοι ήταν εγγεγραμμένοι σ’ αυτήν, δηλαδή οι «ευγενείς», είχαν το αποκλειστικό δικαίωμα να διέρχονται από την κάτω πλατεία.
~~~~~~~~~~~~~~~~
Επειδή φαίνεται πως υπάρχουν ακόμη Κερκυραίοι (και όχι μόνο) που πιστεύουν σ’ αυτό τον μύθο, αρκούμαι να αναφέρω εν συντομία: Το Λιστόν χτίστηκε επί Γάλλων αυτοκρατορικών (1807 κ.εξ.), δέκα χρόνια δηλαδή μετά το τέλος της Βενετοκρατίας στα Επτάνησα και της κυριαρχίας της κοινωνικής τάξης για τα μέλη της οποίας έχει επικρατήσει στην ιστοριογραφία ο όρος «Κερκυραίοι ευγενείς».
Είναι προφανές πως ο μύθος αυτός έχει επικρατήσει επειδή εντάσσεται στην κυρίαρχη συλλογική εικόνα που αφορά την ύπαρξη «κερκυραϊκής ευγένειας» και «Κερκυραίων ευγενών», όρων που απαντώνται στην τοπική ιστοριογραφία και αφορούν την τάξη που είχε δικαίωμα συμμετοχής στο Συμβούλιο της Κέρκυρας. Ο χαρακτήρας όμως της τάξης αυτής ως τον 18ο αιώνα δεν είχε καμία ομοιότητα με τη βενετική ή την ευρωπαϊκή ευγένεια. Εξάλλου η Βενετία δεν αναγνώρισε ποτέ θεσμικά τα μέλη της ως ευγενείς. 
~~~~~~~~~~~~~~~~
Έτσι από το 1572 όσοι είχαν δικαίωμα συμμετοχής στο Γενικό Συμβούλιο εγγράφονταν υποχρεωτικά στους καταλόγους της Γραμματείας του Συμβουλίου, από τους οποίους, και κατά μίμηση του βενετικού Libro d’oro, δημιουργήθηκε το στερεότυπο περί «Χρυσής Βίβλου». Από το 1574 αποβάλλονταν από το Γενικό Συμβούλιο όσοι ασκούσαν χειρωνακτικό επάγγελμα. Το 1599 αποκλείστηκαν οι νόθοι. Για να εγγραφούν οι γιοι των μελών του στους καταλόγους του Συμβουλίου, έπρεπε να αποδειχτεί ότι γεννήθηκαν από νόμιμο γάμο. Για τον λόγο αυτό οι πρωτοπαπάδες υποχρεώνονταν στο εξής να τηρούν βιβλίο γάμων και βαπτίσεων των μελών των οικογενειών του Γενικού Συμβουλίου.
Το 1610 τα μέλη του Γενικού Συμβουλίου που έως τότε κατοικούσαν μόνιμα στην εξοχή αποβλήθηκαν προσωρινά μέχρι να αποκτήσουν κατοικία στην πόλη. Από το 1641 μάλιστα ένας νέος κανονισμός όριζε ότι η κατοικία αυτή έπρεπε να είναι ιδιόκτητη και όχι νοικιασμένη. Έως τότε δηλαδή υπήρχαν μέλη του Συμβουλίου που δεν είχαν καν σπίτι στην πόλη! 

~~~~~~~~~~~~~~~~
Εδώ πρέπει να ανασκευάσουμε ένα ακόμη στερεότυπο της τοπικής ιστοριογραφίας, που συνοψίζεται αδρομερώς ως εξής: «Η βενετική Σύγκλητος παραχωρούσε γαίες στους «ευγενείς» που ήταν γραμμένοι στο Libro d’oro». Πράγματι, τα μέλη του Συμβουλίου έγιναν κύριοι εκτεταμένων γαιών στην ύπαιθρο του νησιού, κυρίως από τον 17ο και έως τα τέλη του 18ου αιώνα. Στο γεγονός αυτό οφείλεται η στερεότυπη άποψη των ιστοριογράφων του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα ότι οι «ευγενείς» ήταν γαιοκτήμονες. Αυτό που τους διέφευγε όμως ήταν ο τρόπος με τον οποίο οι «ευγενείς» έγιναν γαιοκτήμονες. Τις γαίες δεν τους τις παραχώρησε το βενετικό κράτος, αλλά τις απέκτησαν μόνοι τους επενδύοντας κεφάλαια που είχαν αποκτήσει κυρίως από το ναυτικό εμπόριο και εφαρμόζοντας στρατηγικές που είχαν ένα βασικό κοινό χαρακτηριστικό: Εκμεταλλευόμενοι την οικονομική στενότητα των χωρικών, παρεμβάλλονταν ως ενδιάμεσοι στην απόσπαση του αγροτικού πλεονάσματος. Δάνειζαν χρήματα στους χωρικούς και προαγόραζαν τη σοδειά τους (πρακτική γνωστή ως προστύχι) με όρους που σήμερα θα τους χαρακτηρίζαμε τοκογλυφικούς. Επίσης έπαιρναν σε αγροληψία εκτεταμένες γαίες από τους βαρόνους ή νοίκιαζαν τις προσόδους των βαρονιών. Στο τέλος ιδιοποιούνταν τη γη των καλλιεργητών και ασκούσαν στενό και ασφυκτικό έλεγχο στην ύπαιθρο, σε αντίθεση με τους βαρόνους, που κατά κανόνα απουσίαζαν. 

_____________
Αποσπάσματα από κείμενο του έκτου τεύχους που μόλις κυκλοφόρησε!

Σάββατο 22 Σεπτεμβρίου 2018

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΣΟΥΤΣΟΥ: ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ ΕΝΟΣ ΤΩΝ ΔΥΟ ΤΥΡΑΝΝΟΚΤΟΝΩΝ ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΕΩΝ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΟΥ, ΠΟΥ ΔΟΛΟΦΟΝΗΣΑΝ ΤΟΝ Ι. ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ

Dionisis Vitsos
ΑΘΗΝΑ


ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΣΟΥΤΣΟΥ:
ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ ΕΝΟΣ ΤΩΝ ΔΥΟ ΤΥΡΑΝΝΟΚΤΟΝΩΝ ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΕΩΝ, 
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΟΥ, 
ΠΟΥ ΔΟΛΟΦΟΝΗΣΑΝ ΤΟΝ Ι. ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ ΣΤΙΣ 27 Σεπτεμβρίου 1831


Όταν ζούσαν εις ημέρας δουλικάς οι Αθηναίοι, δύο ήρωες γενναίοι 
ο Αρμόδιος ο ένας , άλλος ο Αριστογείτων, 
έκρυψαν με ταις μυρσίναις το αθάνατον σπαθί των, 
και τα σπλάχνα του τυράννου σπάραξαν εις τον ναόν.
Πέθαναν…πλην μ’ αδριάντας τιμάς έλαβον θεών. 
Μιμητής του Αρμοδίου και Αριστογείτων νέος,
το φιλέκδικο σπαθί μου θα σκεπάσω με μυρσίνη, 
εις τον τύραννον θα πέσω… θα τον σφάξω και γενναίως
θα σφαγώ καθώς εκείνοι.
.
Ένας πλάνος Κερκυραίος νόμους , όρκους παραβαίνει· 
με το μισθωτό του χέρι Έλληνας αλυσοδένει , 
και το αίμα της Ελλάδος με τα όπλα των Ελλήνων 
σ’ εμφυλίους στάσεις χύνων,
τον δεσποτικόν του θρόνον εις τους τάφους μας υψώνει ,
και κανείς απ’ τα δεσμά της την πατρίδα δεν λυτρώνει .
Μιμητής του Αρμοδίου και Αριστογείτων νέος ,
το φιλέκδικο σπαθί μου θα σκεπάσω με μυρσίνη, 
εις τον τύραννον θα πέσω… θα τον σφάξω και γενναίως 
θα σφαγώ καθώς εκείνοι .
.
Παντού θρήνοι , εξορίαι και καταδρομαί κρυφαί· 
παντού φόνοι , προδοσίαι και του Σύλλα προγραφαί . 
Εις βαρύν ζυγόν ο Έλλην χρόνια τέσσερα στενάζει 
και τας δάφνας του με λύπην να μαραίνωνται κυττάζει . 
Μιμητής του Αρμοδίου και Αριστογείτων νέος , 
το φιλέκδικο σπαθί μου θα σκεπάσω με μυρσίνη, 
εις τον τύραννον θα πέσω… θα τον σφάξω και γενναίως
θα σφαγώ καθώς εκείνοι .
.
Κυριακούλη, Κυριακούλη ! άλλαις έτρεφες ελπίδες, 
όταν πήγες στης Ηπείρου να ταφής την πεδιάδα … 
Ευτυχής ! την καταισχύνην της πατρίδος σου δεν είδες ,
κι εξεψύχησες αφίνων ελευθέραν την Ελλάδα · 
έχυσεν εις την Ελλάδα δάκρυ , αίμα ο καθένας ·
τόσο δάκρυ , τόσο αίμα το εκληρονόμησ’ ένας !
Μιμητής του Αρμοδίου και Αριστογείτων νέος ,
το φιλέκδικο σπαθί μου θα σκεπάσω με μυρσίνη, 
εις τον τύραννον θα πέσω… θα τον σφάξω και γενναίως
θα σφαγώ καθώς εκείνοι.
.
Η σκιά του Καραΐσκου χθες στους ύπνους μου εφάνη · 
εις το μελανό της χέρι 
εκρατούσ’ ένα μαχαίρι, κι έκραξε : « Μαυροχιχάλαιοι ! 
ο βαρύς σας ύπνος φθάνει ·
πάρτε τούτο μου το ξίφος , εκδικήστε την πατρίδα , και του αίματός σας χύστε την υστερινήν ρανίδα !»
Μιμητής του Αρμοδίου και Αριστογείτων νέος ,
το φιλέκδικο σπαθί μου θα σκεπάσω με μυρσίνη, 
εις τον τύραννον θα πέσω… θα τον σφάξω και γενναίως
θα σφαγώ καθώς εκείνοι .
.
Ο κρατήρ μας επτά χρόνους αφ’ ου έχυσε φωτιαίς ,
Έσβυσε … δεν καίει πλέον, 
και εις την στάκτην του την κρύαν ρίπτουν άφοβαις ματιαίς 
οι αυθάδεις Κερκυραίοι …Με σεισμόν και κρότον νέον 
δεν φοβούνται μην ξεσκάση , και του φλογερού θυμού του
η ορμή μην τους προφθάση ;
Μιμητής του Αρμοδίου και Αριστογείτων νέος ,
το φιλέκδικο σπαθί μου θα σκεπάσω με μυρσίνη, 
εις τον τύραννον θα πέσω… θα τον σφάξω και γενναίως
θα σφαγώ καθώς εκείνοι .
.
Τρέμε , τύραννε ! …η ώρα του θανάτου σου σημαίνει ·
η οργή του έθνους όλου , η οργή μου σε προσμένει · 
στον ναόν που θα μολύνης τρέχω να παραμονεύσω … 
τρέχω , τρέχω στου Υψίστου τον βωμόν να σε φονεύσω …
έρχεται … τον προμηνύουν σάλπιγγες και μουσική ·
έρχεται …τον προπομπεύει μισθοφόρος φυλακή . 
Μιμητής του Αρμοδίου και Αριστογείτων νέος , 
Σκέπασε , Μαυρομιχάλη , το σπαθί σου με μυρσίνη …
Τον προδότην της πατρίδος κτύπα…κτύπα …και γενναίως
Πέθανε καθώς εκείνοι !
~~~~~~
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΣΟΥΤΣΟΣ(1803-1963). «Πανόραμα της Ελλάδος ή Συλλογή Ποικίλων Ποιημάτων, Paris : Maisonneuve et C ie Libraires­Éditeurs. (Στο βιβλίο αυτό ο ποιητής συγκέντρωσε τα εναντίον του Καποδίστρια ποιήματα)
~~~~~~
[ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΣΟΥΤΣΟΣ: Ρομαντικός πεζογράφος, σατιρικός ποιητής και θεατρικός συγγραφέας της Α΄Αθηναϊκής Σχολής. Από οικογένεια διανοουμένων της Κωνσταντινούπολης. Πολέμιος της Επτανησιακής Σχολής.
Συγκρούστηκε με τον Καποδίστρια , τον οποίο θεωρούσε τύραννο και όργανο της Ρωσίας . Το μίσος του για τον Κυβερνήτη τον ώθησε στο ακραίο εκείνο σημείο να γράψει ύμνο στους δολοφόνους του, τους οποίους παρομοιάζει με τους αρχαίους τυραννοκτόνους , τον Αρμόδιο και τον Αριστογείτονα.]

Δευτέρα 6 Αυγούστου 2018

Αποσπάσματα από τον "Ερωτόκριτο" του Βιντσέντζου Κορνάρου



"Τ ου κύκλου τα γυρίσματα, που ανεβοκατεβαίνου,
και του τροχού, π' ώρες ψηλά κι ώρες στα βάθη πηαίνου
με του καιρού τ' αλλάματα, π' αναπαημό δεν έχου,
μα στο καλό κι εις το κακό περιπατούν και τρέχου,
και των αρμάτω οι ταραχές, όχθρητες και τα βάρη,
του έρωτα οι μπόρεσες και τση φιλιάς η χάρη,
αυτάνα μ' εκινήσασι τη σήμερον ημέρα
ν' αναθιβάλω και να πω τα κάμαν και τα φέρα
'ς μιαν κόρη κι έναν άγουρο, που μπερδευτήκα ομάδι
σε μιαν φιλιάν αμάλαγη, με δίχως ασκημάδι.
.........................................
Και τ' όνομα του νιούτσικου Ρωτόκριτο το λέγα,
ήτονε τσ' αρετής πηγή και τσ' αρχοντιάς η φλέγα,
κι όλες τσι χάρες π' ουρανός και τ' άστρην εγεννήσα,
μ' όλες τον εμοιράνασι, μ' όλες τον εστολίσα.
...............................................
Κι όντεν η νύκτα η δροσερή καθ' άνθρωπο αναπεύγει,
και κάθε ζο να κοιμηθεί τόπο να βρει γυρεύγει,
ήπαιρνε το λαγούτον του, κι εσιγανοπερπάτει,
κι εκτύπαν το γλυκιά - γλυκιά ανάδια στο παλάτι...."

Αποσπάσματα από τον "Ερωτόκριτο" του Βιντσέντζου Κορνάρου




~~~~~~~~~~~
Βιτσέντζος Κορνάρος (29 Μαρτίου 1553 – 1613 ή 1614) ήταν Κρητικός ποιητής. Θεωρείται ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους της κρητικής λογοτεχνίας, συγγραφέας του αφηγηματικού ποίηματος Ερωτόκριτος και πιθανώς του θρησκευτικού δράματος Η Θυσία του Αβραάμ.
Οι πιο ασφαλείς πληροφορίες για την καταγωγή του Κορνάρου είναι αυτές που δίνει ο ποιητής στο τέλος του έργου του: αναφέρει το όνομα Βιτσέντζος, το οικογενειακό όνομα Κορνάρος, τόπο γέννησης τη Σητεία και το Κάστρο (Ηράκλειο), όπου παντρεύτηκε:

Εξώφυλλο από το έργο Η Θυσία του Αβραάμ, Βενετία, 1713
Κ' εγώ δε θε να κουρφευτώ κι αγνώριστο να μ' έχου
μα θέλω να φανερωθώ, κι όλοι να με κατέχου
Βιτσέντζος είν' ο ποιητής και στη γενιά Κορνάρος
που να βρεθή ακριμάτιστος, σα θα τον πάρη ο Χάρος.
Στη Στείαν εγεννήθηκε, στη Στείαν ενεθράφη,
εκεί 'καμε κι εκόπιασεν ετούτα που σας γράφει.
Στο Κάστρον επαντρέυτηκε σαν αρμηνεύγει η φύση,
το τέλος του έχει να γενή όπου ο Θεός ορίσει
[1]

Παλαιότερα οι φιλόλογοι τοποθετούσαν την ζωή και την δράση του Κορνάρου γύρω στα μέσα του 17ου αι., πίστευαν δηλαδή ότι η Θυσία του Αβραάμ γράφτηκε το 1635, χρονιά που αναφέρεται στο χειρόγραφο, και ο Ερωτόκριτος αργότερα, μέχρι το 1645 ή το 1648, όταν άρχισε η πολιορκία του Ηρακλείου από τους Οθωμανούς. Μάλιστα ένα επεισόδιο του Ερωτόκριτου που αφηγείται την μονομαχία του Κρητικού με τον Καραμανίτη εθεωρείτο προσθήκη εκ των υστέρων, η οποία έγινε μάλλον κατά τα χρόνια του Βενετοτουρικού πολέμου και απηχούσε τους αγώνες των Κρητικών εναντίον των Οθωμανών. Αυτή η άποψη διατυπώνεται και σε παλαιότερες Ιστορίες της Νεοελληνικής λογοτεχνίας, όπως αυτή του Λίνου Πολίτη[2] και του Κ.Θ. Δημαρά[3].
Σύμφωνα με τις τελευταίες έρευνες, ο ποιητής του Ερωτόκριτου ταυτίζεται με έναν βενετοκρητικό Βιτσέντζο Κορνάρο, που γεννήθηκε στις 26 Μαρτίου του 1553 στην Τραπεζόντα της Σητείας, γιος του Ιάκωβου Κορνάρου καί της Ζαμπέτας Ντεμέτζο. Ήταν γόνος εξελληνισμένης και αρχοντικής βενετσιάνικης οικογένειας, πιθανότατα με μεγάλη περιουσία. Ο αδερφός του, Ανδρέας Κορνάρος, είχε γράψει μια Ιστορία της Κρήτης που δεν εκδόθηκε ποτέ. Έζησε στη Σητεία περίπου μέχρι το 1580 ενώ αργότερα εγκαταστάθηκε στον Χάνδακα (σημερινό Ηράκλειο). Εκεί έλαβε χώρα ο γάμος του με την Μαριέτα Ζένο, με την οποία απέκτησε και δύο κόρες, την Ελένη και την Κατερίνα. Από το 1591 ανέλαβε διοικητικά αξιώματα, ενώ κατά την διάρκεια της πανούκλας (1591-1593) ανέλαβε καθήκοντα υγειονομικού επόπτη. Υπήρξε επίσης μέλος ενός λογοτεχνικού συλλόγου, της Ακαδημίας των Παράξενων, που είχε ιδρύσει ο αδελφός του Ανδρέας, επίσης συγγραφέας. Πέθανε στον Χάνδακα το 1613 ή το 1614 από άγνωστη αιτία και θάφτηκε στο μοναστήρι του Αγίου Φραγκίσκου. Αυτή η άποψη έχει γίνει αποδεκτή από τους περισσότερους μελετητές[4].
Την ταύτιση του ποιητή του Ερωτόκριτου με αυτόν τον Κορνάρο δεν αποδέχεται μέχρι σήμερα ο Σπ. Ευαγγελάτος, ο οποίος υποστηρίζει ότι το έργο είναι μεταγενέστερο[5].
~~~~~~

Σημειώσεις

  1. Άλμα πάνω Κατά την έκδοση Αλεξίου: Βιτσέντζος Κορνάρος, Ερωτόκριτος, επιμέλεια Στ. Αλεξίου, Εστία, Νέα Ελληνική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 1995
  2. Άλμα πάνω Λ.Πολίτη, Ιστορία της Νεοελληνικής λογοτεχνίας, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1978, σελ. 78
  3. Άλμα πάνω Κ. Θ. Δημαράς, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Ίκαρος, Αθήνα 1975 (6η έκδοση), σελ. 81
  4. Άλμα πάνω D. Holton, Λογοτεχνία και κοινωνία στην Κρήτη της Αναγέννησης, σελ. 369, Στ. Αλεξίου, «Εισαγωγή» στο Βιτσέντζος Κορνάρος, Ερωτόκριτος, Ερμής, Αθήνα 1995, σελ.ιστ΄-ιζ΄
  5. Άλμα πάνω Σπ. Ευαγγελάτος, «Για τη χρονολόγηση του Ερωτόκριτου» στο: Ερωτόκριτος. Ο ποιητής και η εποχή του, αφιέρωμα της εφ. Καθημερινή (ένθετο «Επτά Ημέρες»), 11 Ιουνίου 2000, σελ. 29
_____________
* από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Πέμπτη 24 Μαΐου 2018

Ο Δημήτρης Γληνός για το Γιάννη Ψυχάρη

 Η ΓΛΩΣΣΑ ΜΟΥ ΕΙΝΑΙ Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ 


Δε ζητάει να πείσει το έθνος να πάρει τη λαϊκή γλώσσα, του έδωκε τη γλώσσα. Και την έδωκε απαρτισμένη, κανονισμένη, με μιας.

Γεννήθηκε το 1854 ο μεγάλος δημοτικιστής λογοτέχνης και γλωσσολόγος Γιάννης Ψυχάρης, του οποίου το έργο “Το ταξίδι” θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα κείμενα του δημοτικιστικού κινήματος μέχρι σήμερα. Η συμβολή του στη διαμόρφωση της νεοελληνικής γλώσσας, παρά τις επιμέρους αστοχίες και υπερβολές, είναι εξαιρετικά σπουδαία, πολιτικά και κοινωνικά ωστόσο παρέμενε πάντα δέσμιος των αντιλήψεων της τάξης στην οποία είχε μεγαλώσει και διαμορφωθεί. Εξάλλου, παρότι ο δημοτικισμός ειδικά από τις αρχές του 20ου αιώνα συνδέθηκε με την ευρύτερη αριστερά, σαφώς και δεν ήταν από μόνος του κάποιου είδους εγγύηση προοδευτικών αντιλήψεων, κάτι που αποδείχτηκε περίτρανα από το δημοτικισμό του Ιωάννη Μεταξά, επί δικτατορίας του οποίου ως γνωστόν εκδόθηκε η Γραμματική του Μανόλη Τριανταφυλλίδη. 
Το κείμενο που ακολουθεί γράφτηκε από το σπουδαίο δάσκαλο κι αγωνιστή Δημήτρη Γληνό το Μάρτη του 1930, κι επιχειρεί να δώσει με αναλυτικό και συνάμα παραστατικό τρόπο μια πλήρη επισκόπηση, της ζωής, του έργου και των απόψεων του Ψυχάρη, καθώς και των κοινωνικοπολιτικών και πνευματικών συνθηκών μέσα στις οποίες ανδρώθηκε. Είναι ένα κείμενο που αποπνέει βαθύ σεβασμό για τα επιτεύγματα του Ψυχάρη, δίχως να ωραιοποιεί τα αντιδραστικά στοιχεία της σκέψης του ή τα προσωπικά και λογοτεχνικά του ελαττώματα.

Ο Ψυχάρης γεννήθηκε στην Οντέσσα στις 15 του Μάη στα 1854. Ο πατέρας του Νικολάκης Ψυχάρης ήτανε γιος του Μισέ Γιάννη του Χιώτη.[…]
Η μητέρα του, από την οικογένεια Μπιάζη-Μάβρο, αποκαταστημένη στην Οντέσσα. Ο μπαμπάς του και οι θειοι του εμποροτραπεζίτες στην Πόλη και στην Οντέσσα.[…] Η γενιά του λοιπόν ήταν αρχοντική, εμποροφαναριώτικη, μ’ επιγαμίες και συγγένειες στη Ρουσία, στη Μαρσίλια, στα Παρίσια, καθαρή μεγαλοαστική φαμίλια φραγκομαθημένη. Ο Γιάννης Ψυχάρης, ο «Βάνιας», όπως τον έλεγαν πάντα οι δικοί του, ήτανε μοναχοπαίδι, γιατί η μάνα του πέθανε και τον άφησε δεκαοχτώ μηνώ και ο πατέρας του δεν ξαναπαντρέφτηκε. Ανατράφηκε στην Πόλη σε «αριστοκρατικό» κύκλο, μιλώντας και με τον πατέρα του συχνά γαλλικά. Αργότερα, παιδί ακόμη, έμενε και σπούδαζε στη Μαρσίλια και στο Παρίσι σε συγγενικά του σπίτια. Από μικρός έχοντας κλίση στα γράμματα, βρίσκοντας μέσα του ταλέντο συγραφέα, αποφάσισε να σπουδάσει φιλολογία και έκαμε στο Παρίσι σπουδές λαμπρές, που τις θυμάται ως τα γεράματά του. Πήγε και στη Γερμανία, γύρισε πάλι στο Παρίσι, ειδικεύτηκε στη γλωσσολογία και στα μεσαιωνικά και νέα Ελληνικά, και στα 1884 γένηκε υφηγητής και αργότερα καθηγητής της νεοελληνικής φιλολογίας και γλώσσας στην Ecole des Hautes Etudes.
Στα 1904 έγινε καθηγητής της νεοελληνικής γλώσσας και φιλολογίας στην Ecole des langues orientales vivantes. Στην Ελλάδα κατέβηκε τέσσερις ή πέντε φορές, το περισσότερο για μελέτη. Στα 1912 χώρισε από την πρώτη του γυναίκα, την Νοεμή Ρενάν, και παντρέφτηκε την Ειρήνη Baume και τότες έγραψε το βιβλίο τον «Le crime du poete». Τα τελευταία χρόνια της ζωής του βασανίστηκε από κακή αρρώστια, που τον κράτησε ακρωτηριασμένο στο κρεβάτι. Και όμως δεν έχασε τίποτε από το θάρρος του, το χιούμορ του, τους θυμούς του. […]Πέθανε στις 30 του Σεπτέμβρη στα 1929.
*~~~~~*
Η φιλολογική μόρφωση του Ψυχάρη ήτανε βαθειά και πλατιά. Τα αρχαία Ελληνικά του και τα Λατινικά του πολύ γερά, η γνώση της γαλλικής γλώσσας και φιλολογίας τέτοια, που, όπως λέει ο ίδιος, ο Ρενάν του έδειχνε τα δοκίμιά του και ζητούσε τη γνώμη του.
[…] Στην πιο απλή επαφή μαζί του ένιωθες ένα ολοζώντανο μυαλό. Ο λόγος του, το μάτι του, το γέλιο του, το χέρι του έλαμπαν σαν ένα αστραφτερό ατσάλι. Προικισμένος με τέτοια εφόδια, με κορμοστασιά τέλειου άντρα, ψηλός, γεμάτος, λαμπαδιστός, πρόσωπο αντρίκιο, αδρό και φίνο συνάμα, μπήκε και μέσα στους κοινωνικούς κύκλους του επιστημονικού Παρισιού σαν ένας καταχτητής. […]
*~~~~~*
Η πρωταρχική φιλοδοξία του Ψυχάρη ήτανε να γίνει μεγάλος ποιητής. […]Και τη φιλοδοξία τούτη την κράτησε ακοίμητη ως το τέλος της ζωής του. Ότι ήτανε προικισμένος με λογοτεχνικό ταλέντο είναι χωρίς άλλο σωστό. Άλλο το ζήτημα αν ήταν και μεγάλος δημιουργός. […]
Η προσπάθεια του ήτανε ίσως υπερβολικά συνειδητή και υπερβολικά οπλισμένη με φιλολογικά μέσα. Η πρόθεση, η προμελέτη, το σχεδιασμένο φαίνονται στα λογοτεχνικά έργα του περισσότερο απ’ ό,τι στέκει σ’ ένα πηγαίο καλλιτέχνημα. Ξεχύνεται όμως η συγκίνησή του ειλικρινά.[…] Ο Ψυχάρης ήτανε ένας «ομολογητής». Είχε ειλικρίνεια και λεφτεριά, ξεχωριστά γνωρίσματα του δημιουργικού καλλιτέχνη. Μα η καλλιτεχνική διάθεσή του φαίνεται ακόμη και από ένα άλλο σημαντικό γνώρισμα. Ενώ η ζωή του κυριαρχήθηκε τόσο πολύ από τη γλωσσικήν ιδέα, όμως σχεδόν ποτέ δεν υπόταξε την τέχνη του στην ιδέα τούτη.[…]
*~~~~~*
Το λογοτεχνικό έργο του Ψυχάρη είναι μεγάλο. Περιλαβαίνει τ’ ακόλουθα έργα. «Τ’ όνειρο του Γιαννίρη» (1897), «Για το Ρωμέϊκο θέατρο. Κυρούλης, Γουανάκος» (1901), «Ζωή κι αγάπη στη μοναξιά. Ιστορικά ενός καινούργιου Ρομπινσώνα» (1904), «Η άρρωστη δούλα» (1907), «Τα δυο αδέρφια» (1910), «Στον ίσκιο του πλατάνου» (1911), «Αγνή» (1913), «Τα δυο τριαντάφυλλα του Χάρου» (1914). […]
*~~~~~*
Τα έργα του αυτά, μα όχι μόνο αυτά μα και πολλά από τα κριτικά και επιστημονικά του έργα, είναι γεμάτα από αυτοανάλυση, εξομολόγηση και περιγραφές πραγματικών προσώπων και περιστατικών. Ο Ψυχάρης μας ανιστοράει παντού πώς είδε τη ζωή, τι είδε από τη ζωή και το γύρω του κόσμο. Και, ας το πούμε ευτύς από την αρχή. Το περιεχόμενο της καλλιτεχνικής του συγκίνησης είναι ορισμένο και καθορισμένο από την κοινωνική του υπόσταση και την ψυχική του τοποθέτηση. Ο Ψυχάρης είδε το γύρω του κόσμο σαν ένας αστός, που έζησε στο δεύτερο μισό του Ι8ου αιώνα. Όπως σε όλα του, έτσι και στη λογοτεχνική του δημιουργία ο Ψυχάρης δεν ξέφυγε ούτε ένα βήμα από το κοινωνικό του είναι. Δεν αγωνίστηκε για να ιδεί πολύπλευρα τη ζωή, δεν θαλασσοδάρθηκε μέσα στη μεγάλη φουρτούνα της κοινωνικής πάλης. Τα είδε όλα από την αρχή ως το τέλος από την ίδια πλευρά, την πλευρά του νικητή, κυρίαρχου αστού. Τα μεγάλα προβλήματα του ξεφεύγουν, και αν κάποτε αναγκαστεί να τ’ αντικρίσει είναι απλοϊκός σαν αμόρφωτος χωριάτης. Το λογοτεχνικό του έργο αλάκαιρο είναι πρώτα απ’ όλα μια αυτοανάλυση επίμονη, που φτάνει στα σύνορα του ναρκισσισμού. Ο ίδιος είναι μέσα σ’ όλα του τα έργα και από τον άλλον κόσμο οι άνθρωποι μόνο που γνώρισε, που τόνε συγκινήσανε ή τον ερεθίσανε ή τόνε θυμώσανε ή τόνε λυπήσανε. Πάντα και μόνο όσοι ήρθανε σε επαφή με το άτομό του.
Είναι ένας ατομικιστής, που βλέπει τον κόσμο τόσο μόνο, όσο τον ενδιαφέρνει το ατομικό του άνθισμα, η προσωπική του χαρά, η προσωπική του θλίψη, η προσωπική του επιβολή. Και οι άλλοι που βλέπει γύρω του είναι το ίδιο άτομα. Είναι καλοί ή κακοί, όσο φτάνει η προσωπική τους συγκίνηση, το συμφέρο τους, ο χαραχτήρας τους, οι συνήθειές τους. Και από τα προσωπικά πάλι ψυχόρμητα, εκείνα που περισσότερο απ’ όλα τόνε συγκινούν είναι δυο, ο έρωτας και η φιλοδοξία. Ο «έρωτας» είναι το θέμα που ανάλυσε σε όλα του σχεδόν τα έργα. […]Όμως και την προβληματική του έρωτα, αν και η ζωή του έδωκε μεγάλες και τραγικότατες αφορμές, δεν την είδε σε όλο της το τραγικό βάθος. Μ’ όλη τη λυρική συγκίνηση που του προκαλεί, δεν τη βλέπει την αγάπη στο βάθος παρά σαν ένα ατομικό πάθος, μιαν εγωιστική ικανοποίηση. Είναι ο μεγαλοαστός, που περπατάει στη ζωή σαν μέσα σ’ ένα περιβόλι δικό του, που έχει το δικαίωμα να μυρίσει και να κόψει, να ξεφυλλίσει και να πετάξει το κάθε λουλούδι, και που μπορεί να πονέσει κάποτες από κανένα αγκάθι, που μπορεί να κλάψει για κανένα μαραμένο κρίνο, που μπορεί να κρατήσει με συγκίνηση κάποια θύμηση, μα τραβάει ολοένα παρακάτω περιδιαβάζοντας μέσα στο χτήμα του. Γιατί χτήμα του είναι η ζωή.
*~~~~~*
Δίνοντας στην αγάπη τέτοια πρωταρχική θέση, ο Ψυχάρης πιστεύει πως γνωρίζει τέλεια τη γυναικεία ψυχή. Οι γυναίκες αληθινά πήραν τεράστιο μέρος στη ζωή του. Μας ξομολογιέται κάπου, πως σαράντα έξι φορές αγάπησε, εξόν από τα διαβατάρικα πουλιά, που απάντησε στο δρόμο του. Και πως εφτά από τις αγάπες του αυτές ήτανε «θανάσιμες». Είναι λοιπόν το έργο του γεμάτο από την προσπάθεια ν’ αναλύσει τη γυναίκεια ψυχή. Και πολλές φορές η φινέτσα του στην ανάλυση της γυναίκας είναι μεγάλη. Ωστόσο καμιά από τις γυναίκες, που ζωγραφίζει, δεν κατόρθωσε να την υψώσει σε σύμβολο, σε μορφή ξεκάθαρη, πλαστική, ζωντανή. […] Και τούτο γίνεται, γιατί ο Ψυχάρης μ’ όλη του την προσπάθεια να μπει στην ψυχή του άλλου, δεν έχει διεισδυτική φαντασία. Είναι εξωτερικός ζωγράφος, πολλές φορές λεπτολόγος αναλυτής, πολλές φορές και πολυλόγος αναλυτής. Μα, ως εκεί.
*~~~~~*
Δίπλα στην αγάπη, η φιλοδοξία, άλλο καθαρό προσωπικό συναίστημα, είναι μέσα στα έργα του το δικαιωμένο ψυχόρμητο της ζωής. Αν υπάρχει κάποιο πλατύτερο, κάποιο γενικότερο ανθρώπινο υπερατομικό στήριγμα σ’ αυτήν, είναι μόνο αφορμή και όχι αληθινός σκοπός. Το υπερατομικό αυτό στήριγμα της προσωπικής φιλοδοξίας στην ψυχή του Ψυχάρη είναι το «Έθνος», το «Γένος», η «Ιδέα».Μα το βλέπει κανένας πόσο συμβατικό, πόσο άυλο, πόσο αχρωμάτιστο γίνεται το φόντο αυτό στα έργα του Ψυχάρη, αν και μιλάει σχεδόν αδιάκοπα γι’ αυτό. Ίσως η μοίρα που τον έκαμε δισυπόστατο και στο σημείο τούτο, Έλληνα και Γάλλο μαζί, να έγινε και αφορμή για το ουσιαστικό ξεθώριασμα της ιδέας του «Έθνους», όπως και της γλωσσικής ιδέας σαν ιδέας «εθνικής». Προσωπικές, καθαρά ατομικές θυσίες, δεν έκαμε ο Ψυχάρης για το έθνος το ελληνικό. Όμως στη Γαλλία έδωκε τα δυο του αγόρια. Και μ’ όλο το τραγικό αυτό άγγιγμά του από την έννοια της πατριωτικής θυσίας, το έθνος έμεινε ουσιαστικά για τον Ψυχάρη μέσα στην περιοχή της φιλολογίας. Και είναι κι αυτό ένα γνώρισμα μεγαλοαστικό. Ένα φανέρωμα και μια πιστοποίηση του πόσο μακριά στέκεται από το λαό όποιος γνωρίζει το λαό μόνο από τα βιβλία. Πέρα απ’ αυτά τα βασικά ψυχόρμητα, το ιδανικό που μετράει τους ανθρώπους ο Ψυχάρης είναι η αστική αξιοπρέπεια. Μέτρο τον ανθρωπισμού είναι τα φερσίματα του καλοαναθρεμμένου, του πολιτισμένου Ευρωπαίου. Αδιάκοπα μετράει τους Έλληνες με το σχηματοποιημένο πρότυπο ενός ιδανικού τζέντλεμαν. Όσοι δε μπαίνουν στο καλούπι αυτό, είναι κατώτεροι, ανατολίτες, βάρβαροι. Έτσι ο Ψυχάρης μ’ όλο το πλατύ λογοτεχνικό έργο του δεν μας παρουσίασε καμιά σύνθεση και κανέναν τύπο, παρά μόνο τον εαυτό του. Όλα τ’ άλλα είναι το πλαίσιο του εαυτού του. Ένας αυτοζωγραφισμένος, ειλικρινά, θαρρετά αυτοζωγραφισμένος άνθρωπος.
Ο Ψυχάρης είναι λυρικός ποιητής, αν και πολύ λιγοστούς έγραψε στίχους. Εδώ συνοψίζεται η εσωτερική αξία του έργου του. Η λογοτεχνική αξία του βρίσκεται στη φόρμα. Ο Ψυχάρης ξέρει να γράφει. Είναι ένας καλλιτέχνης, ένας διαμορφωτής του πεζού λόγου. Για την Ελλάδα είναι ως τώρα ο τελειότερος πεζογράφος της. […] Είναι ρεαλιστής. Τα ψυχογραφήματά του, όπως και οι περιγραφές του φυσικού κόσμου, γίνονται με την πιο καλοσυνείδητη προσοχή και την προσπάθεια της αντικειμενικότητας. Στην αίστηση και την απόδοση της φυσικής ομορφιάς ο Ψυχάρης στάθηκε αληθινός μαέστρος. Οι ζωγραφιές του φυσικού κόσμου, είτε περιγράφει την Ανατολή, την Πόλη, τα νησιά της Προποντίδας, το ελληνικό τοπίο, είτε παρασταίνει την ωκεάνια φύση, τον Ατλαντικό, τα γαλλικά παράλια της Μπρετάνιας, είτε ζωγραφίζει τα ελβετικά βουνά και τη λίμνη της Γενέβης, είναι αληθινά αριστουργήματα.
Οξύνοια, ορθοφροσύνη και αληθινό καλλιτεχνικό γούστο με την ίδια νατουραλιστική τάση έδειξε ο Ψυχάρης και στο κριτικό του έργο. Οι λίγες λογοτεχνικές κριτικές που έγραψε, προ πάντων εκείνη του Σουρή, έμειναν ιστορικές. Η ρεαλιστική τεχνοτροπία του και η κριτική του ασφάλεια έχει τη πηγή και το στήριγμά της στην επιστημονική του νοοτροπία.
[…] Ο ίδιος δεν ξεδιάλυνε ίσως ποτέ ποιο ήτανε το αληθινό του είναι, ποιητής ή επιστήμονας; Στάθηκε και σ’ αυτό δισυπόστατος, όπως και σε πολλά άλλα.
*~~~~~*
[…]
Από την αδημοσίευτη εργασία του το σημαντικότατο έργο φαίνεται να είναι η «Ρωμέϊκη Γραμματική», που από χρόνια τη σχεδίαζε και τη δούλευε και που την τελείωσε με την τελευταία πνοή της ζωής του.
~~~~~
Καθώς βλέπει κανείς, εκτός από την επίσημη διατριβή του για τους «Αδελφούς» του Τερέντιου και ένα δυο άλλες μελέτες, όλη του Ψυχάρη η επιστημονική έρευνα στρέφεται στη βυζαντινή και νέα ελληνική εποχή. […] Ρεαλιστής και ορθολογιστής μαζί, διαπίστωσε τη «φυσική» εξέλιξη της γλώσσας στο στόμα του λαού, της γλώσσας, που μόνο στο στόμα του λαού είναι γνήσιο φαινόμενο, «γεγονότο», και έχει απόλυτη αντικειμενική αξία. Από κει ως το γλωσσικό του κήρυγμα είναι ένα βήμα, ένα βήμα όμως, που δεν το ‘καμε ο επιστήμονας, αλλά ο άνθρωπος. Ένα βήμα, που φαινότανε φυσικό και όμως είναι τεράστιο.
Το ότι βρήκε ο Ψυχάρης μέσα του τη δύναμη να κρατήσει απόλυτη συνέπεια αναμεταξύ σε θεωρία και πράξη, αποτελεί την ανθρώπινη αξία του, που τον ύψωσε σε οδηγητή του λαού του. Και απόδειξη, που το βήμα αυτό δεν το ‘καμε ο Χατζιδάκης, επιστήμονας της ίδιας ολκής, της ίδιας εποχής, της ίδιας σχολής και της ίδιας θεωρίας με τον Ψυχάρη. […]
~~~~~
Η εποχή που μορφώθηκε και ήταν έτοιμος να δράσει ο Ψυχάρης παρουσίαζε στους Έλληνες πνεματικούς ηγέτες ωριμασμένο πια το γλωσσικό ζήτημα. Είχε τεθεί τρακόσια και τετρακόσια χρόνια πριν. Μα η ελληνική φεουδαρχία γκρεμίστηκε από τους Τούρκους πριν αρχίσει καν να κινιέται οπωσδήποτε αισθητά η νέα τάξη που θα ζητούσε τη λύση του. Στη θέση της πέρασε η φεουδαρχία των Τούρκων και οι Έλληνες ξέπεσαν όλοι μαζί σε σκλάβους.
[…] Η ελληνική αστική τάξη, που μορφωνότανε σιγά σιγά και δύσκολα κάτω από την τουρκική σκλαβιά, από το δέκατο έβδομο αιώνα έκαμε κιόλας τα πρώτα της πνεματικά κινήματα. Στα τέλη του δέκατου όγδοου και στις αρχές του δέκατου ένατου αιώνα, όταν πια δυνάμωσε αρκετά για να κινήσει τον πολιτικόν αγώνα ενάντια στην ξένη κυριαρχία, παρουσίασε και τους αντιπροσώπους της, που ζήτησαν να λυθεί και το γλωσσικό πρόβλημα με τον ίδιον ακριβώς τρόπο που το ‘λυσαν οι αστικές τάξες στη Δύση, υψώνοντας δηλ. τη λαϊκή γλώσσα σε καθολικό πνεματικό όργανο. Η τάξη όμως αυτή αμέσως ύστερα από την επανάσταση του 1821 έχασε τα οικονομικά στηρίγματά της στο μικρό κράτος που λεφτερώθηκε. Στην Ελλάδα διαμορφώθηκε μια καινούργια παρασιτική φεουδαρχία, με ένα υπόστρωμα μικροαστικό και ένα εξαθλιωμένο πενέστη λαό, ανίκανο να κατατοπιστεί και να κινηθεί στα κοινωνικά προβλήματα και να κατανοήσει οποιαδήποτε ιστορική αποστολή. […]. Όταν άρχισαν να δυναμώνουν τα αστικά κέντρα του αλύτρωτου ελληνισμού, οι αστικές ελληνικές παροικίες στο εξωτερικό, και να διαμορφώνεται κάπως μια ισχυρότερη εμποροτραπεζιτική τάξη στην Αθήνα, το γλωσσικό ζήτημα ξαναμπήκε στη μέση ορμητικό.
[…] Ο Ψυχάρης, είναι γνήσιο λουλούδι του ελληνικού αστισμού, πιστός αντιπρόσωπος της τάξης του και της γενιάς του· από τους εμποροχρηματιστές της Πόλης και της Οντέσσας και των ελληνικών παροικιών της Δύσης, δηλ. από τους πιο προοδεμένους Έλληνες αστούς, βρήκε τη σωστή λύση του το γλωσσικό πρόβλημα, όπως εκεί πρωτοοργανώθηκε και η επανάσταση του 1821.
~~~~~
Ο Ψυχάρης ήτανε άνθρωπος του «πρέπει», ενός αμείλιχτου κατηγορικού κανόνα. Εδώ είναι όλο το μεγαλείο του, ο τίτλος του για την ιστορία. Και είχε όλα τα καθαρά γνωρίσματα του επαναστάτη οδηγητή μέσα στο ρόλο που του όρισαν οι αντικειμενικοί όροι. Είχε τη γνώση, μια γνώση ξεκαθαρισμένη, φωτισμένη, χωρίς κανένα δισταγμό, χωρίς καμιάν αμφιβολία, χωρίς καμιά ταλάντεψη. Και είχε την πίστη, την απόλυτη πίστη. Και είχε την παλληκαριά των ιδεών του και της πίστης του, την απόλυτη αδιαλλαξία, το φανατισμό, και την απόλυτη συνέπεια.
Όσα του κατηγόρησαν οι εχτροί του, όσα του κατηγόρησαν οι ταλαντευόμενοι μικροαστοί, όσα του έψεξαν οι λιγόψυχοι δημοτικιστάδες, αυτά ίσα ίσα αποτελούν την αρετή του. Χωρίς αυτά δεν υπάρχει επαναστάτης και δεν υπάρχει οδηγητής.
~~~~~
Έτσι έγραψεν ο Ψυχάρης το «Ταξίδι». Και στάθηκεν ακέριος, ατράνταχτος σαράντα χρόνια στο πυργοκάστελό του, απάνω στην πολεμίστρα, χωρίς μια στιγμή να αποκαρδιώσει, χωρίς μια στιγμή να φοβηθεί, με ένα πάθος ακούραστο, απαράμιλλο, πάθος για την ιδέα, πάνω από τα πρόσωπα, πάνω από κάθε μικρότητα.
Μέσα στο «Ταξίδι» είναι όλος ο Ψυχάρης, ο επιστήμονας, ο λογοτέχνης, ο κριτικός, ο μαχητής, ο άνθρωπος. Είναι το «έργο» του. Μπορούσε και να πεθάνει ύστερ’ απ’ αυτό χωρίς να χάσει τίποτε από τον ιστορικό του ρόλο. Όλες οι ικανότητες του Ψυχάρη συντρέξανε για να συνθέσει με μιας το έργο αλάκαιρης της ζωής του.
Ο ίδιος δεν το ξεπέρασε ποτέ, μα ούτε το ξεπέρασε κανείς άλλος από την τάξη του. Δεν είναι έργο θεωρητικό. Δεν είναι μόνο επιστήμη. Είναι και λογοτεχνικό, είναι και κριτικό. Και περισσότερο απ’ όλα είναι το έργο που δίνει την ιδέα ακέρια και ολοκληρωτικά ενσαρκωμένη. Δε ζητάει να πείσει το έθνος να πάρει τη λαϊκή γλώσσα, του έδωκε τη γλώσσα. Και την έδωκε απαρτισμένη, κανονισμένη, με μιας.
[…]
~~~~~
Η σημερινή εποχή ξεπέρασε τον Ψυχάρη, όχι όμως γλωσσικά. Τον ξεπέρασε κοινωνικά. Μα ο ίδιος δεν μπορούσε να ξεπεράσει τον εαυτό του. Αυτό ήταν έξω από την αποστολή του. Η δικαίωση του Ψυχάρη σα γλωσσικού ρυθμιστή θα είναι απόλυτη. Ο Ψυχάρης ο λογοτέχνης, ο Ψυχάρης ο επιστήμονας, ο Ψυχάρης ο εθνικιστής, ο Ψυχάρης ο αντιδραστικός στα κοινωνικά προβλήματα, ο Ψυχάρης ο κριτικός έμεινε μέσα στα σύνορα της εποχής του και της τάξης του και πέθανε μέσα σ’ αυτά.
Ο Ψυχάρης όμως ο γλωσσικός οδηγητής άφησε μια κληρονομιά ολοζώντανη και την άφησε όχι σε κείνους που ο ίδιος φανταζότανε. Την άφησε σε κείνους που πήραν στα χέρια τους αληθινά τον αγώνα για την ολοκληρωτική απολύτρωση του λαού.
Αν πρόκειται να ζήσει ο λαός τούτος, θα περάσει αναγκαστικά από τον κανόνα του Ψυχάρη και όσοι δουλεύουν πνευματικά για την ολοκληρωτική απολύτρωση του λαού, θα προδώσουν την αποστολή τους, αν δεν υποτάξουν τον εαυτό τους στο γλωσσικό κανόνα που έδωκεν
Εκείνος.

Το κείμενο του Γληνού από dytikosanemos.blogspot.gr

Σάββατο 31 Μαρτίου 2018

Εκδήλωση αφιερωμένη, στον λογοτέχνη και συνθέτη ΙΩΑΝΝΗ ΤΣΑΚΑΣΙΑΝΟΥ (1853-1908) σε αυτόν τον σπουδαίο εκφραστή της ζακυνθινής ψυχής


Dionisis Vitsos 
ΖΑΚΥΝΘΟΣ



Η ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΖΑΚΥΝΘΙΝΩΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ,
με την ευκαιρία των εκατόν δέκα ετών από το θάνατο του λογοτέχνη και συνθέτη
ΙΩΑΝΝΗ ΤΣΑΚΑΣΙΑΝΟΥ (1853-1908),

έχει την τιμή να σας προσκαλέσει σε εκδήλωση
αφιερωμένη σε αυτόν τον σπουδαίο εκφραστή της ζακυνθινής ψυχής
που θα πραγματοποιηθεί την Τετάρτη, 11 Απριλίου 2018, στις 20.00΄
στη σάλα της ΛΕΣΧΗΣ ΖΑΚΥΝΘΟΣ, ύστερα από ευγενική προσφορά της.

Θα μιλήσουν:
ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΒΙΤΣΟΣ με θέμα: «Περιστατικά της αυτοβιογραφίας του Γιάννη Τσακασιάνου»
ΣΤΕΛΙΟΣ ΤΖΕΡΜΠΙΝΟΣ με θέμα: «Η μουσική ζωή του Γιάννη Τσακασιάνου»
Κείμενα του ποιητή θα διαβάσει ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΦΙΟΡΕΝΤΙΝΟΣ

Τραγούδια του τιμώμενου θα ερμηνεύσουν οι
«ΤΡΑΓΟΥΔΙΣΤΑΔΕΣ ΤΣΗ ΖΑΚΥΝΘΟΣ», ευγενώς προσφερθέντες.

Ο Πρόεδρος Ο Γεν. Γραμματέας
Νίκιας Λούντζης Νιόνιος Μελίτας